Landbesitzer - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Landbesitzer - translation to Αγγλικά


Landbesitzer      
n. land owner, one who owns an area of land
landholding      
n. Landbesitz
land owner         
PHYSICAL OR INTANGIBLE ENTITY, OWNED BY A PERSON OR A GROUP OF PEOPLE
Legal property; Land owner; Property (ownership right); Rights to property; Res privata; Proprietary right; Property theory
Landbesitzer, Grundbesitzer
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Landbesitzer
1. Der derzeitige Amtsinhaber Hormando Vaca Diez, ein wohlhabender Landbesitzer, wird allerdings von der Opposition rundweg abgelehnt.
2. Sie begründen ihren Kampf mit der Unterstützung der Armen gegen wohlhabende Landbesitzer.
3. Großansicht Straßburg (dpa) – Im Streit über die Enteignung von DDR–Landbesitzer nach der Wiedervereinigung wird der Europäische Gerichtshof für Menschenrechte an diesem Donnerstag sein Urteil verkünden.
4. Landbesitzer werden anschließend vor die Wahl gestellt, eine oftmals unerschwingliche "Urbanisierungsquote" zu zahlen oder sich mit einer Summe entschädigen zu lassen, die manchmal ein Hundertstel des Wertes ihres Grundes beträgt.